- χώπως
- Ακράση αντί καὶ ὅπως.
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
χὤπως — ὅπως , ὅπως as indeclform (conj) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
χὥπως — ὅπως , ὅπως as indeclform (conj) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
εξαμπρεύω — ἐξαμπρεύω (Α) [έξαμπρον] σέρνω έξω, τραβώ («χὤπως ποτ ἐξαμπρεύσομεν τοῡτ ἄνευ κανθηλίου» και πώς θα τό τραβήξουμε αυτό χωρίς υποζύγιο, Αριστοφ.) … Dictionary of Greek